Μια έκθεση είναι το μέρος όπου ένα έργο τέχνης συναντά το κοινό του. Εκεί θα βρείτε πάντα κάτι που θα σας γοητεύσει και θα τραβήξει την προσοχή σας. Κάπως έτσι στις 24 Οκτωβρίου 2018, μια ομάδα Νέων Δημοσιογράφων, επισκέφτηκε την έκθεση με τίτλο Outcast Europe. Προσωπικά ημερολόγια, ρούχα και κοσμήματα, μια μικρή ραπτομηχανή αλλά και μια τηλεόραση, μαρτυρούσαν πως ό,τι βλέπαμε εκεί, είχε πολύ λίγο να κάνει με τέχνη. Πιο πολύ θύμιζε μια έκθεση αναμνήσεων μετανάστευσης και ξεριζωμού στα Βαλκάνια, από το 1920 και έπειτα.
Παρόλα αυτά το πιο ενδιαφέρον κομμάτι της έκθεσης, ήταν ο χώρος στον οποίο έλαβε χώρα: το 124 χρόνων, ξενοδοχείο Μπάγκειον στην πλατεία Ομονοίας στο κέντρο της Αθήνας, σχεδιασμένο από τον Ερνστ Τσίλλερ. Με ανακαινισμένο εξωτερικό, αλλά εγκαταλελειμμένο εσωτερικό, οι διοργανωτές της έκθεσης θεώρησαν ότι ήταν το κατάλληλο μέρος, γιατί είναι ένα από τα παλαιότερα ξενοδοχεία στην Αθήνα, το οποίο αντιστέκεται ακόμα στον χρόνο, όπως ακριβώς και οι αναμνήσεις πίσω από τα αντικείμενα του Outcast Europe.
Αφού είδαμε την έκθεση, μιλήσαμε με τον κύριο Νίκο Παπακώστα, έναν από τους συνιδρυτές της Inter Alia, που διοργάνωνε την έκθεση.
Πώς προέκυψε η ιδέα γι’ αυτή την έκθεση;
Η ιδέα αυτή μας ήρθε πριν από περίπου 20 μήνες, όταν προσπαθούσαμε να σκεφτούμε ένα θέμα για την μετανάστευση αλλά και για την θύμηση των λαών της Ευρώπης και της ιστορίας τους. Προέκυψε όμως και το ζήτημα της δημοκρατίας και του τι χρειάζεται να έχει κάποιος για να αρχίσει να είναι δραστήριος ως πολίτης ενός τόπου. Λοιπόν, αυτό που χρειάζεται είναι η γνώση για το πολιτιστικό μας υπόβαθρο, καθαρές ιδέες για την κληρονομιά και την ιστορία, αλλά και για το τι είναι αυτό που τις διαχωρίζει.
Πόσο καιρό σας πήρε να οργανώσετε την έκθεση και να συγκεντρώσετε όλα τα αντικείμενα;
Καθένας από τους συνεργάτες του Outcast Europe είχε περίπου πέντε μήνες στη διάθεσή του για να μαζέψει τα αντικείμενα αλλά και για να στήσει την έκθεση σε κάθε μια από τις χώρες στην οποία διοργανώθηκε, που ήταν η Τσεχία, η Ουγγαρία, η Σερβία, η Βουλγαρία και η ΠΓΔΜ. Η έκθεση έγινε σε αυτές τις χώρες με συγκεκριμένα αντικείμενα. Κάθε μια από αυτές τις χώρες επικεντρώθηκε σε μια συγκεκριμένη περίοδο της ιστορίας της, κατά τη διάρκεια της οποία μεγάλες μερίδες πληθυσμού είτε έφυγαν από εκείνη είτε πήγαν προς εκείνη, ως πρόσφυγες και μετανάστες. Τα αντικείμενα από όλες τις χώρες τα μαζέψαμε και τα φέραμε εδώ, όπου είναι και ο τελικός, διεθνής σταθμός της έκθεσης. Εμάς μας πήρε περίπου 6 με 8 μήνες να μαζέψουμε όλα αυτά τα αντικείμενα και να τελειοποιήσουμε την έκθεση. Ταξιδέψαμε σε κάθε μια από αυτές τις χώρες και ζητήσαμε από τους κατοίκους να μας φέρουν αντικείμενα που να αποτυπώνουν την εμπειρία του ξεριζωμού και της μετανάστευσης. Αυτά τα αντικείμενα εκτίθενται δίπλα σε αντικείμενα σύγχρονων προσφύγων, ανθρώπων που ήρθαν στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια. Για να μπορέσουμε να συλλέξουμε τα αντικείμενα αυτά κάναμε κάλεσμα μέσω ραδιοφώνου, εφημερίδων και μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Συνεργαστήκαμε επίσης, με δεκάδες οργανώσεις που ασχολούνται με τους πρόσφυγες στην Ελλάδα, αλλά και με συλλόγους αφιερωμένους στην προσφυγική εμπειρία των Ελλήνων της δεκαετίας του 1920.
Σε ένα από τα δωμάτια της έκθεσης, υπάρχει ένα καινούργιο αλλά κλειστό smartphone. Γιατί αποφασίσατε να το συμπεριλάβετε στην έκθεση;
Κανονικά θα έπρεπε να δείχνει την εικόνα ενός νεαρού αγοριού. Δυστυχώς όμως, πολλοί άνθρωποι το έπιασαν στα χέρια τους και έπαιξαν μαζί του, με αποτέλεσμα να τελειώσει η μπαταρία του. Αυτό που θα βλέπατε είναι η φωτογραφία του Σιράν, ενός νεαρού αγοριού από το Ιράν. Η γιαγιά του η Μίριαμ, ήρθε στην Ελλάδα σαν πρόσφυγας, πέρυσι. Μας είπε ότι δεν είχε τίποτα, καθώς οι λαθρέμποροι της είχαν πάρει όλα τα λεφτά και τα υπάρχοντά της. Δεν της είχε μείνει τίποτα και το μόνο που είχε να προσφέρει στην έκθεση ήταν αυτή η φωτογραφία του εγγονού της, που είναι όλες της οι αναμνήσεις από το σπίτι της. Το τηλέφωνο δεν έχει κάποια ιδιαίτερη σημασία, η φωτογραφία και η ιστορία της όμως, είναι πολύ σημαντικές.
Γιατί επιλέξατε αυτό το κτίριο για την έκθεση;
Το ξενοδοχείο Μπάγκειον, μας προσφέρθηκε πολύ γενναιόδωρα και είναι ένας χώρος που προσθέτει μεγάλη αξία στην έκθεσή μας. Προσωπικά, μπορώ να εντοπίσω τρεις λόγους γι’ αυτό. Ο πρώτος λόγος είναι η τοποθεσία του, που είναι ότι ακριβώς χρειάζεται για ένα τέτοιο δρώμενο. Η πλατεία Ομονοίας, αποτελούσε πάντα τόπο συνάντησης, όχι μόνο για τους Αθηναίους αλλά κυρίως για όσους δεν ήταν ντόπιοι. Τις δεκαετίες του 1950 και του 1960, τεράστια κύματα μεταναστών από την επαρχία, έρχονταν στην Αθήνα και τόπος συνάντησης όλων αυτών ήταν η Ομόνοια. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τους μεταναστευτικούς πληθυσμούς του σήμερα. Από την άλλη, το ίδιο το κτίριο δίνει έναν διαρκή αγώνα, έναν αγώνα με τον χρόνο, έναν αγώνα με την αποσύνθεση. Την ίδια στιγμή, προσπαθεί να αντισταθεί στο πέρασμα του χρόνου. Βλέποντάς το σημασιολογικά, υπάρχει και κάτι άλλο, πολύ σημαντικό που θα θέλαμε να περάσουμε μέσω της έκθεσης αυτής. Θέλω να πω, πως η ίδια η έκθεση προσπαθεί να δείξει τον αγώνα που δίνουν μεταξύ τους το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της Ευρώπης. Υπό αυτήν την έννοια το κτίριο αυτό δένει τέλεια. Ο τρίτος λόγος είναι, ότι πρόκειται για ένα ξενοδοχείο. Ένα ξενοδοχείο, είναι από μόνο του ένας χώρος προσωρινής διαμονής. Δείχνει κατά κάποιον τρόπο, ότι είμαστε όλοι μετανάστες, που πάμε κι ερχόμαστε. Τίποτα δεν είναι σταθερό, τίποτα δεν είναι μόνιμο, τίποτα δεν είναι αιώνιο. Το κτίριο διάλεξε εμάς.
Αυτό που είδαμε στην έκθεση Outcast Europe είναι οι αναμνήσεις ανθρώπων και ο ξεριζωμός. Μην κρίνετε κάτι για το οποίο δεν ξέρετε τίποτα, επειδή κάθε αντικείμενο στην έκθεση αυτή έχει μια ιστορία και κάθε ιστορία κρύβει μέσα της μια στιγμή, με την οποία μπορούμε όλοι να ταυτιστούμε.
Σχολιάστε