Στη φυλακή είναι η Χρυσή Αυγή, όχι ο φασισμός

Έχει περάσει ένας χρόνος από τότε που πανηγυρίζαμε την καταδίκη του νεοναζιστικού κόμματος, Χρυσή Αυγή, ως εγκληματική οργάνωση. Έχει περάσει σχεδόν ένας χρόνος από τότε που λέγαμε περήφανα ότι η 7η Οκτωβρίου 2020 ήταν μία νίκη του αντιφασιστικού κινήματος και της δημοκρατίας.

Και τώρα, ένα χρόνο μετά, σε τι κατάσταση βρισκόμαστε στην Ελλάδα; Μήπως επαναπαυτήκαμε τότε σε αυτή τη θριαμβευτική στιγμή και ξεχάσαμε ότι η αντίσταση στο φασισμό δεν πρέπει να σταματά ποτέ; Είναι πολύ αργά ή μήπως είναι πολύ νωρίς για να κρούσουμε τον κώδωνα το κινδύνου;

Είναι ιστορικά διαπιστωμένο και οριστικά αδιαμφισβήτητο το δεδομένο πως οι ιδεολογίες δεν πεθαίνουν με την πτώση των οργανώσεων και των ανθρώπων που τις ενσαρκώνουν. Μία ιδεολογία είναι εξ ορισμού μια οργανωμένη συλλογή ιδεών, ένα συνολικό όραμα που προσπαθεί να απαντήσει σε κοινωνικές ερωτήσεις και να φέρει την αλλαγή. Μια ιδεολογία είναι επίσης κάτι πολύ αφηρημένο και μη απτό, πράγμα που καθιστά εξαιρετικά δύσκολο τον αγώνα της εξαφάνισης μιας ιδεολογίας όπως αυτής του φασισμού.

Ναι μεν η ηγεσία της Χρυσής Αυγής που στήριζε τις εγκληματικές της δραστηριότητες σε φασιστικά και νεοναζιστικά ιδεώδη βρίσκεται αυτή τη στιγμή στη φυλακή (οι περισσότεροι τουλάχιστον), αλλά η ιδεολογία που έπεισε ένα κομμάτι του εκλογικού σώματος να βάλει εγκληματίες στην Βουλή δεν φυλακίζεται. Η πραγματικότητα είναι πως αυτά ακριβώς τα ιδεώδη είναι πολύ βαθιά ριζωμένα στον ιστό της ελληνικής κοινωνίας.

Το φίδι του φασισμού γεννάει και φυλάει τα αβγά του στις πιο παραμελημένες από το κράτος κοινότητες, στις γωνίες αυτής της χώρας με το χαμηλότερο βιοτικό επίπεδο και κοινωνικό στάτους. Εκεί, αφού αφήσει τα αβγά του, αφήνει τις συνθήκες να κάνουν τη δουλειά τους, περιμένει μία γενικότερη κατάσταση πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής αστάθειας (μίας πανδημίας, ίσως, που άλλαξε όλα όσα θεωρούσαμε δεδομένα) να τα εκκολάψει. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ο φασισμός γεννιέται στο χάος… στο χάος, όπου θα υποσχεθεί ηρωικά να δώσει τη λύση. Θα υποσχεθεί να “σώσει το έθνος και τις παραδόσεις”, ασχέτως του τι μπορεί να σημαίνει κάτι τέτοιο, γιατί ο σκοπός αγιάζει τα μέσα…

Αν τώρα αυτά ακούγονται υπερβολικά σε κάποιον, νομίζω πως αρκεί να ρίξουμε μια μάτια στα πολύ πρόσφατα γεγονότα ακροδεξιάς βίας στη Θεσσαλονίκη. Σχολικά οπλοστάσια, μαθητές που χαιρετούν ναζιστικά και ομάδες που επιτίθενται σε αντιφασιστικές διαδηλώσεις είναι γνώριμα μοτίβα που επαναφέρουν μνήμες σκοτεινότατων εποχών. Μαθαίνουμε πως ακροδεξιές ομάδες δράσης “μαζεύουν” νέους στα πιο υποβαθμισμένα περιβάλλοντα της χώρας, ενώ ταυτόχρονα η εγκληματική οργάνωση που δικάστηκε με ένα βαρύτατο κατηγορητήριο, διατηρεί επικοινωνιακά μέσα και ελπίζει σε μια “νέα αφετηρία αναδιοργάνωσης και αντεπίθεσης”.

Είναι η βαρύγδουπη απόδειξη πως οι κληρονόμοι της Χρυσής Αυγής δρουν ανενόχλητοι, την ώρα που τα αντανακλαστικά της κυβέρνησης σε αυτού του είδους τη βία μοιάζουν να είναι σε αναστολή. Αυτό, σε συνδυασμό με την υπουργοποίηση τριών βουλευτών με ενίοτε ακροδεξιό παρελθόν, κάνει κάποιους από εμάς να αναρωτιούνται πόσο δεξιά βρίσκεται τελικά το κυβερνών κόμμα.

Όλα αυτά δυστυχώς δεν είναι απλά σενάρια, αλλά η πραγματικότητα, η οποία ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια μας και αν θέλουμε να λεγόμαστε άνθρωποι, οφείλουμε στο ανθρώπινο είδος να αντισταθούμε με κάθε τρόπο και ακάματο ζήλο, στον φασισμό που διαρκώς θα αναγεννάται από τις στάχτες του. Και πρέπει να μιλάμε, να μιλάμε για τον φασισμό με την σοβαρότητα που αναλογεί σε αυτό το θανατηφόρο φαινόμενο, να μιλάμε συνέχεια και με θάρρος για όσα συμβαίνουν, μέχρι να καταλάβουν όλοι πως τα βλέπουμε και πως δεν θα γυρίσουμε το κεφάλι στην επικείμενη απειλή. Και ίσως τότε να έχουμε μια ευκαιρία να σώσουμε την εύθραυστη δημοκρατία που χρειάζεται διαρκή επαγρύπνηση – αν δεν είναι δηλαδή πολύ αργά.

Ο Τζέισον Στάνλεϊ, συγγραφέας και καθηγητής φιλοσοφίας στο Γέιλ, λέει πως η μητέρα του τον συμβούλευε πάντα “Να οσμίζεσαι πότε είναι η στιγμή να φεύγεις για να αποφύγεις μια επικίνδυνη κατάσταση. Γιατί όταν πλέον η κατάσταση είναι δεδομένα επικίνδυνη, είναι πολύ αργά για να γλιτώσεις”. Και εγώ θα τολμήσω να απαντήσω πως πρέπει να οσμίζεσαι πότε είναι η στιγμή να σταθείς εμπόδιο στην εξέλιξη μιας επικίνδυνης κατάστασης και όχι να “το βάλεις στα πόδια”. Γιατί δεν έχουμε τελειώσει με τον φασισμό και αλίμονο αν εφησυχάσουμε ή αν προσπαθήσουμε να τρέξουμε για να τον αποφύγουμε ή αν κλείσουμε τα μάτια μπροστά σε όσα συμβαίνουν.

Μαριάννα Σπηλιωτάκη

Σχολιάστε